EPDermaCare Voucher
Διατροφή και υπέρταση

Αλλαγή τρόπου ζωής

Τελευταίως µεγάλη έµφαση έχει δοθεί προς την µη φαρµακευτική αγωγή της αρτηριακής υπέρτασης, είτε ως µοναδικής θεραπείας, ιδιαιτέρως της ήπιας µορφής, είτε ως συµπληρωµατικώς της φαρµακευτικής αγωγής σοβαρότερων µορφών υπερτάσεως. Η αιτία στης στροφής αυτής είναι η παρατήρηση ότι η µη φαρµακευτική θεραπεία της υπέρτασης είναι όχι µόνο αποτελεσµατική, αλλά επιπλέον µεταβάλλει ευνοϊκώς τους διάφορους καρδιολογικούς προδιαθεσικούς παράγοντες. Αντιθέτως η φαρµακευτική αγωγή αρτηριακής υπέρτασης οδηγεί συχνά σε σοβαρές παρενέργειες, οι οποίες όχι µόνο µειώνουν την ποιότητα της ζωής και δυσχεραίνουν την οµαλή λειτουργία του οργανισµού,  αλλά  και  πιθανώς  προδιαθέτουν  τον  οργανισµό  προς  την  πρόωρη εµφάνιση καρδιακών νοσηµάτων και αιφνίδιου θανάτου. Η αλλαγή του τρόπου ζωής συνίσταται στην απώλεια παλαιών κακών συνηθειών όπως είναι η κακή διατροφή, το κάπνισµα και η υψηλή κατανάλωση οινοπνευµατωδών ποτών και καφεΐνης. Όλες αυτές οι καταστάσεις έχουν ενοχοποιηθεί για την αύξηση της αρτηριακής πίεσης του οργανισµού.  
  1. Περιορισμός του σωματικού βάρους
  Ο περιορισµός του σωµατικού βάρους είναι ο πιο αποδεδειγµένος και πρακτικός τρόπος πρόληψης της υπέρτασης. Σε παρακολούθηση περίπου 3.000 νεαρών ατόµων (Muscatine Study) για διάστηµα µεγαλύτερο των 10 ετών, αυτοί που έχασαν βάρος είχαν τάση µείωσης της πίεσης ενώ εκείνοι που πήραν βάρος είχαν αντίστροφα τάση αύξησης της πίεσης. Ο βαθµός µεταβολής δε της αρτηριακής πίεσης είχε άµεση σχέση µε τον βαθµό µεταβολής του σωµατικού βάρους και ήταν ανεξάρτητος της αρχικής τιµής της πίεσης. Κάθε υπερτασικός πρέπει να ενθαρρύνεται να αδυνατίσει, αν φυσικά έχει µεγάλο βάρος. Έχει δε σηµασία το ότι  εκτός από το κέρδος της ελάττωσης της τιµής της αρτηριακής    πίεσης,    βελτιώνει    τυχόν    υπερλιπιδαιµία,    µειώνοντας    έτσι    ακόµα περισσότερο τον κίνδυνο καρδιαγγειακών επιπλοκών. Ο τρόπος αδυνατίσµατος, που θα αποδεχθεί και θα ακολουθήσει ο υπερτασικός, είναι σηµαντικό πρόβληµα και πρέπει να εξατοµικεύεται σε κάθε περίπτωση. Σε ορισµένους ασθενείς µια καλά ακολουθούµενη δίαιτα πολύ λίγων θερµίδων ίσως είναι η ιδανική, ενώ σε άλλους λιγότερο παχύς, η βαθµιαία αναπροσαρµογή των διαιτητικών συνηθειών είναι πιο ενδεδειγµένη. Απαιτείται προσοχή στη χρήση ανορεξιογόνων φαρµάκων, που περιέχουν συµπαθητικοµιµητικές (υπερτασιογόνες) ουσίες.  
  1. Μείωση της πρόσληψης άλατος
  Έχοντας    υπόψη    τη    δυσκολία    επίτευξης    της    απώλειας σηµαντικού σωµατικού βάρους, η µείωση της πρόσληψης αλατιού µπορεί να είναι ο αποτελεσµατικότερος µη – φαρµακολογικός τρόπος µείωσης της αρτηριακής πίεσης. Καλά ελεγχόµενες κλινικές µελέτες έδειξαν ότι η µείωση της πρόσληψης αλατιού από την τρέχουσα µέση τιµή των 10γρ. ως 5γρ.,    είναι    τόσο    αποτελεσµατική,    όσο    και    η    φαρµακευτική    µονοθεραπεία    και, συγκεκριµένα,    φαίνεται    να    έχει    παρόµοια    επίδραση    µε    εκείνη    ενός    θειαζιδικού διουρητικού. Όλοι οι ασθενείς δεν απαντούν µε τον ίδιο τρόπο στον περιορισµό του άλατος που    προσλαµβάνουν    µε    το    φαγητό.    Αυτό    αποδίδεται    σε    διαφορετικό    βαθµό  κινητοποίησης    των    αντιρροπιστικών    µηχανισµών,    όπως    το    σύστηµα    ρενίνης    – αλδοστερόνης,  καθώς  και  σε  µεταβολές  στη  δραστηριότητα  της  αντλίας  νατρίου  – καλίου. Συνιστάται βεβαία ο µέτριος περιορισµός του διαιτητικού νατρίου σε 2 – 3 γρ. ηµερησίως. Ο πιο αυστηρός περιορισµός του άλατος δυσκολεύει την συνεργασία µε τον ασθενή και κατά κανόνα δεν φέρνει τα αναµενόµενα αποτελέσµατα, αφού προκαλεί κινητοποίηση του συστήµατος ρενίνης – αγγειοτασίνης – αλδοστερόνης, µε αποτέλεσµα την µη µείωση της αρτηριακής πίεσης και την αύξηση της απώλειας καλίου αν συγχρόνως  χορηγούνται  διουρητικά.  Πρέπει  να  συνιστάται  στον  ασθενή  να  τρώει φυσικές  τροφές  που  περιέχουν  µικρή  ποσότητα  νατρίου  και  υψηλότερη  ποσότητα καλίου,  όπως  επίσης  να  αποφεύγει  την  προσθήκη  άλατος  στο  µαγείρεµα  και  στο τραπέζι. Επίσης να αποφεύγονται τελείως οι έτοιµες τροφές, οι κονσέρβες και τα πάσης φύσεως αλατισµένα τρόφιµα.  
  1. Σωματική άσκηση
  Η τακτική άσκηση (30 λεπτά αεροβικής άσκησης τρεις φορές την εβδοµάδα) µπορεί να µειώσει την αρτηριακή πίεση. Σαφώς, οι αγύµναστοι ασθενείς θα πρέπει να αρχίζουν µε µικρότερο επίπεδο άσκησης και να αυξάνουν προοδευτικά την ένταση. Για να βοηθήσει η άσκηση πρέπει να  είναι  τύπου  ισοτονικού  ή  δυναµικού  (γρήγορο  βάδισµα,  τρέξιµο,  ποδήλατο, κολύµβηση κ.λ.π.) και όχι ισοµετρικού ή στατικού (άρση βαρών και ότι άλλο έχει σχέση µε στατική µυϊκή δύναµη). Η  δυναµική  συστηµατική άσκηση  µειώνει  την  αρτηριακή  πίεση  κατά  5  –  10 mmHg. Αυτό επιτυγχάνεται µε την ελάττωση της δραστηριότητας του συµπαθητικού νευρικού συστήµατος και την επικράτηση του παρασυµπαθητικού, ενώ έχει παρατηρηθεί και αύξηση των αγγειοδιασταλτικών προσταγλαδίνων Ε. Αντίθετα, η ισοµετρική άσκηση οδηγεί σε µεγάλες και απότοµες αυξήσεις της αρτηριακής πίεσης, ιδιαίτερα επικίνδυνες στους υπερτασικούς και πρέπει να απαγορεύεται αυστηρά.  
  1. Περιορισμός του οινοπνεύματος
  Υπάρχουν            ισχυρά επιδηµιολογικά            στοιχεία συσχέτισης                 µεταξύ αρτηριακής    πίεσης        και οινοπνεύµατος. Η επίδραση είναι, όµως, βραχυπρόθεσµη και    η    µέτρια    πρόσληψη οινοπνεύµατος ασκεί κάποιες προστατευτικές καρδιαγγειακές επιδράσεις. Η κατανάλωση    αλκοόλ    σε ποσότητες µεγαλύτερες από τα θεωρούµενα ανεκτά όρια (4 ποτήρια κρασιού ή δυο µπύρας ή 1,5 ουίσκι την ηµέρα) ανεβάζει τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης. Αντίθετα, η µικρότερη κατανάλωση οινοπνεύµατος (µέχρι 80 γρ. την εβδοµάδα)δεν ανεβάζει την πίεση και σχετίζεται µε µείωση της θνητότητας από στεφανιαία ή εγκεφαλικά επεισόδια θροµβοεµβολικής αιτιολογίας. Οι ασθενείς θα πρέπει εποµένως να συµβουλεύονται να περιορίζουν την πρόσληψη οινοπνεύµατος σε ένα µέγιστο 21 µονάδων εβδοµαδιαίως σε άνδρες και 14 µονάδες σε γυναίκες. Οι µηχανισµοί στους οποίους αποδίδεται η δράση του  αλκοόλ,  είναι  µεταβολές  στο  µεταβολισµό  των  προσταγλανδίνων,  µείωση  της ευαισθησίας των  τασεοϋποδοχέων, µεταβολές  στην  ροή  των  ιόντων  ασβεστίου  και νατρίου µέσο της κυτταρικής µεµβράνης και καταστολή της από το ενδοθήλιο εξαρτώµενης αγγειακής χάλασης.  
  1. Τεχνικές χαλάρωσης
  Η γιόγκα, η αυτοσυγκέντρωση, η ψυχοθεραπεία και ορισµένες θεραπείες συµπεριφοράς    έχουν    ενθαρρυντικά    αποτελέσµατα    σε    αρκετούς    υπερτασικούς τουλάχιστον προσωρινά. Το Stress µπορεί να προκαλέσει απότοµες αυξήσεις της Α.Π. και είναι δυνατόν να εµπλέκεται στην γένεση της αρτηριακής υπέρτασης, αλλά ο ρόλος των τεχνικών ελέγχου του stress στην θεραπεία ασθενών µε αυξηµένη αρτηριακή πίεση είναι αβέβαιος. Σε  σύντοµες αλλά και  µακροχρόνιες ελεγχόµενες δοκιµασίες έχουν µελετηθεί θεραπείες χαλάρωσης και βιοανατροφοδότησης. Οι επιδράσεις τους στην αρτηριακή πίεση δεν ήταν σηµαντική και δεν διέφερε αξιόλογα από την οµάδα ελέγχου.    
  1. Αύξηση πρόσληψης Καλίου - Μαγνησίου - Ασβεστίου
  Πολλές πειραµατικές και κλινικές µελέτες έχουν δείξει ότι διόρθωση του καλίου του  αίµατος  σε  περίπτωση  υποκαλιαιµίας,  µε  εξωγενή  χορήγηση  αλάτων  καλίου οδηγούν σε πτώση της πίεσης. Το ίδιο συµβαίνει µε την εξωγενή χορήγηση µαγνησίου. Απώλεια µαγνησίου αυξάνει τον τόνο των αγγείων και την περιφερική αντίσταση µε αποτέλεσµα την άνοδο της αρτηριακής πίεσης σε υπερτασικά άτοµα. Τόσο το κάλιο όσο και το µαγνήσιο είναι ενδοκυτταρικοί ηλεκτρολύτες και ασκούν χαλαρωτική δράση επί των µεµβρανών των κυττάρων. Η καλύτερη επιλογή επαρκής πρόσληψης καλίου επιτυγχάνεται µε την αυξηµένη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών. Οι ασθενείς θα πρέπει να συµβουλεύονται να καταναλίσκουν περισσότερα φρέσκα φρούτα, λαχανικά και ψάρι για να αυξήσουν την πρόσληψη καλίου, ενώ τα συµπληρώµατα καλίου δεν ενδείκνυνται. Στους    µισούς    περίπου    υπερτασικούς    η    συµπληρωµατική    χορήγηση    1γρ. ασβεστίου προκαλεί µείωση της αρτηριακής πίεσης ενώ σε µικρότερο ποσοστό µπορεί να προκαλέσει άνοδο της πίεσης. Είναι δε γνωστό ότι η αύξηση του ελεύθερου ενδοκυττάριου ασβεστίου ενέχεται στους µηχανισµούς της ιδιοπαθούς υπέρτασης, όπως επίσης και το ότι οι υπερτασικοί έχουν ελαττωµένη πρόσληψη και αυξηµένη αποβολή ασβεστίου σε σχέση µε τους νορµοτασικούς. Η καλύτερη επιλογή δύναται να είναι η επαρκής  διαιτητική  πρόσληψη  ασβεστίου  και  όχι  η  χορήγηση  συµπληρωµατικής ποσότητας.  
  1. Άλλες μέθοδοι μείωσης της αρτηριακής πίεσης
  Έχουν γίνει πολλές δηλώσεις σχετικά µε άλλες διαιτητικές µεταβολές που ενδέχεται  να  επηρεάζουν την  αρτηριακή πίεση,  όπως  ότι  η  ανάπαυση µειώνει  την αρτηριακή πίεση, αλλά αυτό φαίνεται ότι οφείλεται σε ένα φυσιολογικό αντανακλαστικό, µε το οποίο η αρτηριακή πίεση ελαττώνεται όταν οι µυς είναι σε χάλαση (στη διάρκεια του ύπνου). Κάπνισµα: είναι ζωτικής σηµασίας η αντιµετώπιση και των άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως το κάπνισµα, όταν θεραπεύει κανείς την  υψηλή  αρτηριακή  πίεση.  Αν  και  κάθε  τσιγάρο  αυξάνει  την αρτηριακή πίεση παροδικά, το κάπνισµα δεν ασκεί µακροπρόθεσµη  επίδραση στην αρτηριακή πίεση. Αποτελεί όµως, ένα ισχυρότατο παράγοντα κινδύνου για  στεφανιαία  νόσο  και  θροµβοτικό εγκεφαλικό επεισόδιο.  Ο  κίνδυνος  αυτός  είναι ιδιαίτερα  αυξηµένος,  αν  συνδυάζεται    µε  υψηλή    αρτηριακή  πίεση    και    αυξηµένη χοληστερόλη. Όλοι οι ασθενείς µε υψηλή αρτηριακή πίεση πρέπει να διακόψουν το κάπνισµα – ο κίνδυνος θα πρέπει να γίνεται απόλυτα κατανοητός. Είναι προτιµότερο να πείσεις ένα πάσχοντα από ήπια υπέρταση να διακόψει το τσιγάρο, από το να του θεραπεύσεις την υπέρταση του. Πρόσληψη λίπους:  η  αυξηµένη χαµηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (LDL) –χοληστερόλη και η χαµηλή HDL – χοληστερόλη αυξάνουν τον κίνδυνο αγγειακής νόσου, ιδιαίτερα αν η αρτηριακή πίεση είναι επίσης αυξηµένη. Είναι ζωτικής σηµασίας η µείωση της χοληστερόλης, κατά την προσπάθεια ελάττωσης της αρτηριακής πίεσης, ανεξάρτητα από τα επίπεδα εκκίνησης της χοληστερόλης. Οι ασθενείς θα πρέπει να ελαττώνουν την κατανάλωση κορεσµένων λιπών και να µη καταναλίσκουν υπερβολικές ποσότητες χοληστερόλης. Σε ασθενείς, των οποίων η χοληστερόλη παραµένει αυξηµένη, παρά την µεταβολή της δίαιτας τους, και όταν υπάρχουν ήδη στοιχεία αγγειακής νόσου, θα πρέπει να χορηγούνται φάρµακα µείωσης της χοληστερόλης.   Τα συµπεράσµατα από την εφαρµογή των µη φαρµακολογικών χειρισµών στη θεραπεία της  ιδιοπαθούς αρτηριακής υπέρτασης είναι  ότι  αρκετοί αλλά  όχι  όλοι  ωφελούνται. Σίγουρα µε την µη φαρµακολογική αντιµετώπιση της υπέρτασης δεν επηρεάζεται αλλά µάλλον βελτιώνεται η ποιότητα ζωής του υπερτασικού, ενώ κατά κανόνα µειώνονται και οι άλλοι πλην της υπέρτασης παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Έτσι κάθε υπερτασικός πρέπει  να αποδεχθεί και να εφαρµόσει τα µέτρα αυτά στον τρόπο και στις συνήθειες της ζωής του.   Ιωάννα Χαλιμούρδα Διαιτολόγος – Διατροφολόγος Τμήμα Διαιτολογίας – Διατροφής ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης
Αξιολογήσεις (0)

Ενημερωθείτε για το πως θα διατηρήσετε την καλή υγεία του δέρματός σας, με τον πιο φυσικό τρόπο.

Γνωρίστε φυσικά καλλυντικά υγείας και ομορφιάς, που έχουν ιδιαίτερα άμεσο αποτέλεσμα από τις πρώτες ημέρες εφαρμογής. Όλα τα προϊόντα είναι δερματολογικά ελεγμένα και πιστοποιημένα. (CPNP Certified)

ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ